11.1.14

Η επαναστατική ψυχολογία του κινήματος των Ζαπατίστας

Για τα είκοσι χρόνια της ινδιάνικης εξέγερσης ενάντια στον νεοφιλελευθερισμό


Μιχάλης Μεντίνης



Ο νεοφιλελευθερισμός, όπως είναι γνωστό –κάτι που καθίσταται ακόμα πιο σαφές μέσα στο έργο των Dardot και Laval (2009), La Nouvelle Raison du Monde– δεν είναι απλά ένα οικονομικό σύστημα, αλλά μια σύνθετη μηχανή υποκειμενοποίησης· μια ολόκληρη τεχνολογία εαυτού που παράγει ένα συγκεκριμένο είδος ατόμου εμφυσώντας μια συγκεκριμένη ψυχολογία και μετατρέποντάς μας όλους σε νεοφιλελεύθερα υποκείμενα (ακόμη κι αν νομίζουμε το αντίθετο). Οι πολιτικές αναλύσεις τείνουν συνήθως να παραβλέπουν μια λεπτομερή ανάλυση της νεοφιλελεύθερης ψυχολογίας μας, και κατά συνέπεια η προσωπική αλλαγή είτε αγνοείται πλήρως και εγκαταλείπεται στα χέρια των ψ-ειδικών που τείνουν να πρεσβεύουν λαθεμένα πως η αλλαγή του άτομου θα επιφέρει απαραίτητα και την αλλαγή του κόσμου, είτε, αντιστρόφως, αντιμετωπίζεται ως μία φυσική συνέπεια της πολιτικής δέσμευσης και δράσης. Το θέμα ατομική-κοινωνική αλλαγή όμως είναι περισσότερο σύνθετο, και πολύ συχνά εκείνο που θεωρείται ριζοσπαστική πολιτική δράση ή ριζοσπαστική διαδικασία υποκειμενοποίησης τείνει να αναπαράγει μορφές συντηρητικής νεοφιλελεύθερης ψυχολογίας και καταλήγει να ενδυναμώνει την οικονομική, πολιτική και ψυχολογική τάξη, έστω και αν στιγμιαία μοιάζει να την αμφισβητεί. Εάν δεχθούμε ότι η κατάσταση έχει πράγματι έτσι, γίνεται ολοφάνερο ότι χρειαζόμαστε μία θεωρία/πρακτική προσωπικής αλλαγής που θα είναι άρρηκτα συνδεδεμένη με την κοινωνική και πολιτική αλλαγή· μια διαδικασία προσωπικής μεταμόρφωσης η οποία, ακολουθώντας τον συλλογισμό του Foucault (βλ. τον πρόλογό του στο αντι-Οιδίπους), ξεκινά με την απο-υποκειμενοποίηση του νεοφιλελεύθερου υποκειμένου, την απο-σύνθεση της ψυχολογίας του και συνεχίζει ως μία φυγόκεντρος συνεχής ριζοσπαστική αναδιαρρύθμιση του. Το παρόν κείμενο έχει ως στόχο να συνεισφέρει σε μία τέτοια συζήτηση. 
 
Μία σημαντική διάσταση του κινήματος των Ζαπατίστας η οποία παραλείπεται από τις πολιτικές αναλύσεις,  είναι τα στοιχεία μιας επαναστατικής ψυχολογίας τα οποία ενυπάρχουν κυρίως στις συνεντεύξεις και στα γραπτά του ανθρώπου που από το ξημέρωμα της 1ηςΙανουαρίου του 1994 έγινε γνωστός ως subcomandante Marcos. Πρόκειται για μια επαναστατική ψυχολογία που στηρίζεται, μεταξύ άλλων, σε μια αντίληψη προσωπικής αλλαγής ως αλληλένδετης και αδιαχώριστης από την κοινωνική και πολιτική αλλαγή. Ο Marcos μεταφέρει αυτήν την επαναστατική ψυχολογία δανειζόμενος πόρους και εργαλεία από πολλές διαφορετικές και φαινομενικά ασύμβατες πηγές: από την αντάρτικη παράδοση της Λατινικής Αμερικής (από την ρήξη στην υποκειμενικότητα του Tσε: «Δεν είμαι πια εγώ, τουλάχιστον δεν είμαι αυτός που ήμουν πριν» μέχρι τον βολονταριστικό οπτιμισμό του Mario Payeras: «Θα θριαμβεύουμε») ως τους cronopios του Julio Cortázar, (αυτούς τους παράξενους χαρακτήρες που διαταράσσουν τη συνήθεια και τις συμβάσεις και δημιουργούν τον δικό τους χρόνο αφαιρώντας τα φύλλα από τις αγκινάρες). Και από την μαγεία και τον σαμανισμό των ινδιάνων της Τσιάπας (π.χ. μη εγκιβωτισμένος εαυτός σε ζωτική σχέση με το ζώο συν-οντότητα, το ναγκουάλ) στον σαμανισμό του Carlos Castaneda (για παράδειγμα, η έμφαση στο σβήσιμο της προσωπικής ιστορίας και η παρουσίαση του γέρο-Antonio ως ενός ριζοσπαστικοποιημένου Don Juan Matus) μέχρι την πλαστικότητα του κόσμου και του ατόμου που συναντάμε στον ‘μαγικό ρεαλισμό’ της Λατινοαμερικάνικης λογοτεχνίας. Η ριζοσπαστική ψυχολογία των Ζαπατίστας είναι συνειδητά μια πολυφωνική και ετερογλωσσική ψυχολογία με την μπαχτινιακή έννοια των όρων, και σίγουρα μια ριζοσπαστική σαμανιστική ψυχολογία. Ο Michael Taussig έχει απόλυτο δίκιο όταν ισχυρίζεται πως η εξέγερση των Ζαπατίστας «δείχνει την δράση της μαγείας και του ναγκουαλισμού στην διεθνή πολιτική στα τέλη του εικοστού αιώνα»  (1999: 248).     

Ένα βασικό στοιχείο αυτού του ιδιότυπου επαναστατικού σαμανισμού είναι η ιδέα μιας «ριζοσπαστικής ρήξης στην ζωή κάποιου», μιας ριζοσπαστικής προσωπικής απόσχισης από την ψυχολογία της κυρίαρχης κοινωνικής, πολιτικής και οικονομικής οργάνωσης της κοινωνίας. Αυτή η ριζοσπαστική ρήξη επέρχεται ως αποτέλεσμα μιας συγκεκριμένης πολιτικής ανάλυσης μιας δεδομένης κατάστασης, και έχει έναν πολύ προσωπικό χαρακτήρα· είναι μια πολύ προσωπική απόφαση που αφορά στο να πάψει κάποιος/α να είναι αυτός/η που ήταν, και να εισέλθει σε μία διαδικασία σαμανιστικής μεταμόρφωσης. Όπως λέει ο Marcos:

Έρχεται η στιγμή που συνειδητοποιείς ως ανθρώπινο ον, ότι φτάνεις στο σημείο όπου δεν υπάρχει επιστροφή… αυτή είναι η στιγμή που πρέπει να διαλέξεις (1994 n.p.).     

Η ριζοσπαστικότητα αυτής της απόφασης έγκειται στο γεγονός ότι απορρίπτει όλες τις εναλλακτικές λύσεις που ο νεοφιλελευθερισμός επιτρέπει ως βαλβίδες ασφαλείας, ώστε να εκτονώνονται η δυσαρέσκεια και η διαφωνία, ή προκειμένου να βρίσκει πεδίο δράσης η καλή πρόθεση. Αυτές οι εναλλακτικές λύσεις αποτελούν, σύμφωνα με τον Marcos, «συμβιβασμούς που συσσωρεύονται», είναι «η ασπιρίνη που ανακουφίζει από τον πόνο αλλά δεν θεραπεύει την ασθένεια». Όπως λέει:

Μπορεί να έχεις καλή πρόθεση και να κάνεις φιλανθρωπίες. Είσαι λοιπόν καλός άνθρωπος, με την κοινωνική έννοια της λέξης, αλλά ανακαλύπτεις ότι θα πρέπει να προσαρμόζεσαι συνέχεια, να κάνεις παραχωρήσεις, συμβιβασμούς, στην αρχή μικρούς που όμως όλο και θα αυξάνονται… ξέρεις πως είναι κάτι που δεν θα λύσει τη ρίζα του προβλήματος (ibidn.p.).

Η ψυχολογία των Ζαπατίστας δεν είναι μια ψυχολογία ατομικής βελτίωσης, ούτε ένα είδος θετικής ψυχολογίας που στοχεύει στο να κάνει το άτομο χαρούμενο · βρίσκεται σε πλήρη αντίθεση με τις ψυχοθεραπευτικές προσεγγίσεις περί αυτο-ανάπτυξης, αυτο-πραγμάτωσης, δημιουργίας άμυνας ενάντια στο εχθρικό «εκεί έξω», ενδυνάμωσης της δημιουργικότητας και άλλων ικανοτήτων, και απόκτησης της ικανότητας διαχείρισης του στρες, ώστε το άτομο να εναρμονίζεται καλύτερα με τον νεοφιλελεύθερο κόσμο της κοινωνικής ατομοποίησης και του ανταγωνισμού και να παραμένει λειτουργικό και παραγωγικό για την οικονομία της αγοράς. Η απόφαση για ρήξη με την κυρίαρχη ψυχολογία πραγματοποιείται ως μια ατομική προϋπόθεση για να μπορέσει κανείς να μετέχει σε ένα ευρύτερο πρόταγμα ριζοσπαστικού μετασχηματισμού –και να μετασχηματιστεί και ο ίδιος μέσα από αυτήν. Η προσωπική αλλαγή και η κοινωνική αλλαγή είναι άρρηκτα συνδεδεμένες· η μία δεν μπορεί να συντελεστεί χωρίς την άλλη, αλληλοτροφοδοτούνται.

Η ρητή και έμμεση ανάπτυξη στοιχείων μιας ριζοσπαστικής ψυχολογίας από τον Marcos όταν δεν αγνοείται από τις πολιτικές αναλύσεις ή αντιμετωπίζεται επιδερμικά ως ενδεικτικό στοιχείο της «φιλαρέσκειας» του ή του λογοτεχνικού του ταλέντου ηρωοποιείται και παρουσιάζεται ως οι ιδιαίτερες ψυχικές ικανότητες ενός μεγάλου άνδρα. Από την πρώτη κιόλας δημόσια εμφάνιση των Ζαπατίστας, ενώ οι εχθρικοί προς το κίνημα αναλυτές έκαναν ό,τι περνούσε από το χέρι τους για να ψυχολογιοποιήσουν τον Marcos και να τον παρουσιάσουν ως μια σκοτεινή και παθολογική φιγούρα, οι αναλυτές που τάσσονταν υπέρ του κινήματος εναντιοδρομούσαν μέσα στη ίδια ψυχολογική λογική με τον αντίπαλο, και έκαναν ότι μπορούσαν για να ηρωοποιήσουν τον Marcos. Η Naomi Klein αποτελεί απλώς ένα από τα πάρα πολλά ανάλογα παραδείγματα όταν γράφει:

αυτός ο μασκοφορεμένος άνδρας που αυτοαποκαλείται Marcos είναι ο απόγονος του [Martin Luther]King, του Che Guevara, του Malcolm X, του Emiliano Zapata, και όλων εκείνων των ηρώων που κήρυξαν από τους άμβωνες, και κυνηγήθηκαν όλοι μέχρι θανάτου, ένας προς έναν, αφήνοντας πίσω τους ομάδες υποστηρικτών να περιπλανώνται τυφλοί και αποπροσανατολισμένοι. (2011: 14).

Ήρωες, άμβωνες, γενεαλογίες ηγετών, τυφλοί περιπλανώμενοι υποστηρικτές, λέξεις κλειδιά που παραπέμπουν στο απεμπλουτισμένο ιεραρχικό σχεσιακό πλέγμα. Μέσα από τέτοιου είδους προσεγγίσεις η ριζοσπαστική ψυχολογία μετατρέπεται σε προνομιακό δικαίωμα μιας παγκόσμιας ηρωικής γενεαλογίας, κάτι που απέχει πολύ από τις δυνατότητες των «απλών ανθρώπων», για τους οποίους η μόνη διαθέσιμη επιλογή είναι η ψυχολογία των «υποστηρικτών». Αυτή η ηρωοποίηση του Marcos, στην οποία συντέλεσαν πολλοί διεθνείς αλλά και εγχώριοι αριστεροί αναλυτές, είναι μια ξεκάθαρη εκδήλωση κυρίαρχης ψυχολογίας, που ξέρει να κατανοεί τον κόσμο μέσα από συγκεκριμένα δίπολα, όπως ηγέτες/ήρωες και υποστηρικτές. Μια ψυχολογία η οποία αναπαράγεται και ισχυροποιείται στις συνειδήσεις, εμποδίζοντας την ρήξη και την ριζοσπαστικοποίηση. 

Η πραγματικότητα των Ζαπατίστας ήταν όμως πολύ διαφορετική. Η ψυχολογία που ο Marcos επικοινωνεί στον κόσμο –ακόμα και όταν εκφράζεται σε πρώτο πρόσωπο– δεν αποτελεί κάποια ένδειξη ξεχωριστών ατομικών ικανοτήτων. Με αυτήν την συγκεκριμένη έννοια, η μάσκα που λέγεται Μarcos είναι πραγματικά η φωνή όλου του κινήματος των Ζαπατιστας κάτι που ο Žižek (2012) δεν κατάφερε να δει στην πρόχειρη  και συχνά εχθρική κριτική του στον Marcos. Όλοι οι mestizo διανοούμενοι που από τα τέλη της δεκαετίας του 60 και μετά έφευγαν από τις μεγάλες πόλεις για να εγκατασταθούν στη ζούγκλα της Τσιάπας, έκαναν πράξη αυτή την ριζοσπαστική ψυχολογία. Οι αδερφοί Yáñes, για παράδειγμα, ο Cesar και ο Fernando, από τους πρώτους που έφυγαν στην ζούγκλα της Τσιάπας και οργάνωσαν τις απαραίτητες δομές εκεί, πάνω από μια δεκαετία προτού ενταχτεί ο Marcos στο αντάρτικο είχαν δράσει επίσης στο πλαίσιο μιας ριζοσπαστικής ψυχολογίας. Όπως αναφέρει ο Oppenheimer (1998):

σε μια συναισθηματική σκηνή αποχωρισμού το 1972, ο Fernando αποχωρίστηκε τους γονείς του και την ίδια του την οικογένεια για να χαθεί στην απόλυτη ανωνυμία. Ο Fernando, ο μικρότερος αδελφός, παρουσιάστηκε ένα πρωί στο σπίτι των γονιών του και τους ανακοίνωσε ότι είχε αποφασίσει να πάει να βρει τον αδελφό του τον Cesar και να αφιερώσει τη ζωή του στην επανάσταση. Τους είπε ότι δεν θα τον έβλεπαν ποτέ ξανά, ούτε θα μάθαιναν νέα του (σελ. 255).

Το ίδιο ισχύει φυσικά και για όλα εκείνα τα νεαρά αγόρια και κορίτσια από τις ινδιάνικες κοινότητες που αποσχίστηκαν από την παράδοση και τη συνήθεια και άφησαν τις κοινότητες τους για να γίνουν αντάρτες του Ζαπατίστικου στρατού. Το ίδιο ισχύει και για όλους εκείνους τους campesinos ινδιάνους, άνδρες και γυναίκες, που αγνόησαν το φόβο, έκοψαν τους δεσμούς με όλα τα πολιτικά κόμματα και τους θεσμικούς φορείς και οργανώσεις, και προσχώρησαν στη δημιουργία ενός νέου κινήματος. Ήταν μια δύσκολη απόφαση, οι αντικειμενικές συνθήκες ήταν παραπάνω από αντίξοες ακόμα και η αριστερά ήταν ενάντια σε κάθε επαναστατική δράση αυτού του είδους και προτιμούσε να βλέπει τους καταπιεσμένους ινδιάνους ως ψηφοφόρους, παρά ως αντάρτες. Ήταν μια απόφαση υψηλού κινδύνου που συνεπαγόταν, όπως έχει υποστηρίξει ο Marcos (1994) «το αντίθετο από αυτό που άφηνε κανείς πίσω του». Μια απόφαση, που αποκρυσταλλώθηκε στην συνειδητή, προσεχτική, υπομονετική και μακροχρόνια προετοιμασία –επίσης στοιχεία μιας ψυχολογίας που αποστασιοποιείται από την ανάγκη της νεοφιλελεύθερης ψυχολογίας για άμεσα οφέλη και γρήγορες απολαύσεις– μιας εξέγερσης· μιας εξέγερσης που τους έφερε όλους ενώπιον μιας νέας κατάστασης:

Είμαστε πάρα πολλοί αυτοί που κάψαμε τα πλοία μας εκείνη την αυγή της 1ης Ιανουαρίου του 1994 και πιάσαμε ένα βαρύ βηματισμό καλύπτοντας τα πρόσωπά μας με κουκούλες. Είμαστε πολλοί αυτοί που κάναμε εκείνο το βήμα χωρίς επιστροφή (παρατίθεται στο Anaconda, 1994: 20).

Η ψυχολογία αυτή δεν κλείνει με μια επιτυχημένη θεραπεία, δεν υπάρχει ένα χαρούμενο και ευτυχισμένο τέλος, αλλά συνεχίζεται με περισσότερο αγώνα, με θάρρος και επιμονή. Αυτή η ριζοσπαστική σαμανιστική ψυχολογία είναι που μας κληροδοτούν οι Ζαπατίστας, την ψυχολογία μιας ριψοκίνδυνης ρήξης, μιας ριζοσπαστικής αποκοπής από την νεοφιλελεύθερη ψυχολογία και τους τρόπους με τους οποίους αυτή μιλά και δρα, από τις σχέσεις της με την παράδοση, τις συνήθειες και τις κοινωνικές συμβάσεις πάνω στις οποίες στηρίζεται, το απεμπλουτισμένο σχεσιακό της πλέγμα, τον απομαγεμένο και υπερεκλογικευμένο τρόπο με τον οποίο βλέπει τον κόσμο και τους άλλους, την περιφρουρημένη και εξαρτημένη θυμική της οικονομία, τον ωφελιμιστικό της χρόνο. Μόνο εφόσον αποδεχόμαστε αυτή την κληρονομιά μπορούμε να υποστηρίζουμε πως «Είμαστε Όλοι Ζαπατίστας» (Somos Todos Zapatistas). 





Βιβλιογραφία             
                                 
Anaconda, A. (1994). El Subcomandante Marcos; Varias Voces, un Sòlo Pasamontañas. Epoca, 21 February, 1994, pp. 18-20.

Dardot, P. and Laval, C. (2009). La Nouvelle Raison du Monde: Essai sur la société néolibérale. Paris: La Découverte. 

Klein, N. (2001). The Unknown Icon. The Guardian Weekend, March 3, 2001, pp. 9-14.

Marcos (1994). Interview given to Michael McCaughan. http://home.san.rr.com/revolution/marcos.htm (accessed 21 December 2005).

Oppenheimer, A. (1996). Bordering on Chaos: Mexico’s Roller-Coaster Journey towards Prosperity. Boston: Little, Brown.

Taussig, M. (1999). Defacement. Stanford, CA: Stanford University Press.

Žižek, S. (2012). Organs without Bodies: On Deleuze and Consequences. London: Routledge.